ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Την αδιαφορία ακολουθεί η αποκτήνωση

Του ΠΑΝΟΥ ΛΟΪΖΟΥ ΠΑΡΡΑ

«Μεταναστευτική οχληρία» ήταν η λεζάντα στο ρεπορταζ του Σίγμα, ακολουθώντας πιστά την πολιτική των συναισθημάτων, που χάραξε με τα παραποιημένα του στοιχεία ο Μάριος Πελεκάνος τις προάλλες. Για τις ανάγκες στοχοποίησης, ανακαλύπτονται και ευφάνταστες εκφράσεις. Το ρεπορτάζ αφορούσε ανθρώπους, μετανάστες ή πρόσφυγες, που διαμένουν στοιβαγμένοι σ’ ένα σπίτι στον πυρήνα του Δήμου Γερμασόγειας. Βεβαίως, ο λεξιπλάστης δημοσιογράφος δεν διευκρίνισε σε τι διαφέρει η μεταναστευτική οχληρία από την ντόπια οχληρία, διότι 100 μετρα πιο πάνω, το εγκαταλελειμμένο δημοτικό σχολείο, έχει διαλυθεί από ομάδες κύπριων εφήβων και ενηλίκων, που περνούν τα βράδια τους καίγοντας παλιά θρανία και τρομοκρατώντας τους γείτονες με τα παράνομα μηχανάκια τους. Αν λοιπόν υπάρχει οχληρία και παραβατικότητα δεν γνωρίζω κανέναν σοβαρό και συγκροτημένο άνθρωπο, που θα έλεγε και ο κ. Πελεκάνος, ο οποίος θα τη χαρακτήριζε μεταναστευτική ή εγχώρια. Τουναντίον υπάρχει η Αστυνομία που οφείλει να κάνει αυτό για το οποίο αμείβεται να κάνει. Την ξενοφοβική οχληρία ακολούθησε και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, που στο πλαίσιο των μέτρων που ανακοίνωσε για την υπογεννητικότητα, ένιωσε την ανάγκη να προσθέσει ότι κινδυνεύει με αλλοίωση ο δημογραφικός χαρακτήρας της χώρας. Κανένας δεν τον διέκοψε όμως για να διευκρινίσει ότι η υπογεννητικότητα αντιμετωπίζεται με τους μετανάστες που επιλέγουν να ζήσουν στη χώρα μας και ότι σήμερα τα μονοεθνικά κράτη είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας.

Η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης δηλώνει συχνά πυκνά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Την περασμένη Τετάρτη, στην εκπομπή Pints of Politics, με καλεσμένους τους Στέφανο Σπανέα και Άντρια Αγκαστινιώτη, είχαμε την ευκαιρία να διεισδύσουμε πιο βαθιά στα του μεταναστευτικού και προσφυγικού ζητήματος, πέρα από τα ρεπορτάζ που σταματούν στις βάρκες της ντροπής. Δεν διαφάνηκε όμως καμία έκτακτη ανάγκη, αλλά μια απροθυμία του κράτους να συντονίσει τις αρμόδιες υπηρεσίες του, που φυσικά κρύβεται καλά, κάτω από τις μισαλλόδοξες ρητορικές. Οι ενήλικες, έναν μήνα μετά από την υποβολή της αίτησης για άσυλο, μπορουν να εργαστούν σε χειρονακτικά κυρίως επαγγέλματα. Λαμβάνουν μηνιαίο επίδομα 100 ευρώ το άτομο και ακολούθως, εφόσον βρουν δωμάτιο διαμονής, παραχωρείται επίδομα ενοικίου, το οποίο πάει απευθείας στον ιδιοκτήτη. Πρακτική που προσαυξάνει στο τέλος το κόστος ενοικίου. Για τα έξοδα διαβίωσης λαμβάνουν 260 ευρώ, ένα αστείο ποσό, το οποίο κόβεται μαζί με όλα τα υπόλοιπα, όταν ο αιτητής έχει βρει δουλειά. Στην πράξη ελάχιστοι δηλώνονται με αποτέλεσμα να υπάρχει μαύρη εργασία, εκμετάλλευση και ανασφάλιστοι εργαζόμενοι που κινδυνεύουν στα μηχανακια των ντελίβερι νυχθημερόν. Κοντολογίς είναι παρατημένοι μόνοι τους, να βρουν στέγη, εργασία και να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα. Δεν υπάρχει καν η αυτόματη διασύνδεση της αίτησης για άσυλο με τις κοινωνικές ασφαλίσεις. Δεν υπάρχει καμία υπηρεσία να παρακολουθεί την εξέλιξη αυτών των ανθρώπων, να διερευνά πιθανή εκμεταλλευση από εργοδότες, δυσκολίες στη διαβίωση, ανάγκες σε εκμάθηση της γλώσσας και γενικότερα την προσπάθεια ομαλής ένταξής τους στην κοινωνία. Η πολιτική ένταξης είναι ο άγνωστος «Χ» στην όλη εξίσωση. Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι, ακολουθώντας το ένστικο αυτοσυντήρησης, μαζεύονται σε περιοχές όπου υπάρχουν κι άλλοι ομοεθνείς τους, όπου αισθάνονται πιο ασφαλείς και φυσικά όπου μπορούν να βρουν προσιτή στέγαση.

Αν πάμε στα ανήλικα τα πράγματα είναι χειρότερα. Οι αιτήσεις των ανηλίκων κρατάνε χρόνια και μέχρι να εξεταστούν, γίνονται ενήλικες. Τα ασυνόδευτα μωρά κάτω των 12 φιλοξενούνται σε σπίτια αναδόχων και υπάρχουν άλλες διαδικασίες. Από 12 ετών και άνω μπαίνουν σε δομές αρχικά πρώτης υποδοχής και μετέπειτα σε μόνιμες δομές φιλοξενίας μέχρι να ενηλκιωθούν, με ό,τι κι αν συνεπάγεται αυτό για την ασφάλειά τους. Ενώ υπάρχουν ειδικά προγράμματα εκμάθησης ελληνικής γλώσσας εντούτοις δεν διασφαλίζεται θέση για κάθε παιδί, ούτε ακόμα στα προγράμματα εντός δημοσίων σχολείων. Η διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ορίζεται ως κηδεμόνας των παιδιών αυτών και η οποία αναθέτει σε κάποιον λειτουργό να διαπραγματεύεται(!) με τη διεύθυνση του κάθε λυκείου/τεχνικής σχολής για το αν θα δεχτούν τα παιδιά στις τάξεις τους. Αν είναι τυχεροί μπορεί να βρουν θέση σε σχολείο στην άλλη άκρη της πόλης. Ένας συνεχής αγώνας για να πετύχουν το πρώτο και σημαντικότερο βήμα ένταξής τους στην κοινωνία, που είναι η ελληνική γλώσσα. Αν αναλογιστούμε ότι μία από τις ελάχιστες στέγες ανηλίκων στη Λευκωσία φιλοξενεί 45 δεκαπεντάχρονα, μια τέτοια απαράδεκτη διαδικασία απλώς προδίδει την αδιαφορία της κρατικής μηχανής. Για σκοπούς σύγκρισης, ο μεγαλύτερος αριθμός ασυνόδευτων που είχε να διαχειριστεί η Ελλάδα ως σήμερα ήταν 5.424 και η Ιταλία γύρω στα 6.500. Συνεπώς δεν μιλάμε για τραγικούς αριθμούς. Όπως χαρακτηριστικά μας ανέφερε στην εκπομπή η αναπληρώτρια διευθύντρια του ανθρωπιστικού τομέα στο Hope for Children, Αντρια Αγκαστινιώτη, «ο επανατραυματισμός ενός παιδιού στη χώρα υποδοχής του είναι χειρότερος από την αρχική τραυματική εμπειρία».

Εκατόν εφτά εκατομμύρια εισπράξαμε από τα ευρωπαϊκά ταμεία για σκοπούς διαχείρισης του προσφυγικού/μεταναστευτικού και άλλα 178 όπως δήλωσε ο κ. Πελεκάνος στην «Καθημερινή» και δεν έχουμε δει με διαφάνεια τι διατέθηκε για στήριξη και τι για την ανούσια παρεμπόδισή τους. Πετάξαμε εκατομμύρια σε συρματοπλέγματα και συστήματα παρακολούθησης της πράσινης γραμμής, την ώρα που γνωρίζει ο κ. Νουρής ότι άπαξ και αιτηθεί κάποιος πολιτικό άσυλο, οφείλουμε να του ανοίξουμε το συρματόπλεγμα και να του παρέχουμε στέγαση και περίθαλψη. Η ξενοφοβική όμως ρητορική από το κράτος, που παραπέμπει στη θλιβερή εικόνα μιας κυβέρνησης να σπρώχνει πίσω στα άγρια νερά, βάρκες με ανθρώπινες ψυχές, δεν είναι πολιτική άποψη, είναι η ξεδιάντροπη απόπειρα αποκτήνωσης της κοινωνίας.

Ο κ. Πάνος Λοΐζου Παρράς είναι οικονομολόγος.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση