ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Οταν καπνίζει η παραλία…

Του Παναγιώτη Καπαρή

Του Παναγιώτη Καπαρή

«Μην πάμε απόψε πουθενά. Μόνο μια βόλτα μακρινή στην παραλία…» τραγουδά η Άλκηστη Πρωτοψάλτη, μαζί της νοερά και όλος ο φτωχόκοσμος, ντόπιοι και ξένοι στις παραλίες. Τελικά πολλά δεν θέλει ο άνθρωπος, για να βρει τη χαρά της ζωής. «Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου…» όπως τραγουδά και η Μαρινέλα. Τούτες τις μέρες της σχόλης και της άπλας, είναι χαρά Θεού να περπατάς στην παραλία και να χαζεύεις τη φτωχολογιά, η οποία κάνει τα ούτω καλούμενα «beach party». Τα κάρβουνα ανάβουν, οι παραλίες καπνίζουν, το κρέας τσικνίζει, τα μωρά παίζουν στην άμμο, οι μαμάδες φωνάζουν και οι μπαμπάδες παλεύουν με τις σούβλες. Τα μεγάφωνα των αυτοκινήτων συνήθως παίζουν βαριά λαϊκά τραγούδια και κάποτε «βάρβαρα» ξενόγλωσσα. Και αν τύχει και υπάρχει και πανσέληνος, τότε δημιουργείται μια πραγματική μαγεία. Το φως καθρεπτίζεται στη θάλασσα και οι νυκτερινές βουτιές αναδύουν άρωμα Απόλλωνα και Αφροδίτης. Και η μαγεία βασιλεύει.

Λίγα μέτρα παραδίπλα, στα λουσάτα κέντρα διασκέδασης, το χρήμα ρέει άφθονο. Τα γκουρμέ φαγητά δεν χορταίνουν και τα ακριβά ποτά ζαλίζουν. Τα εκκωφαντικά μεγάφωνα σκεπάζουν τους ήχους των κυμάτων και τα δυνατά φώτα καλύπτουν τα άστρα. Τα «παραφουσκωμένα πορτοφόλια», με τους χοντρούς πούρους και με συντροφιά, ενίοτε αιθέριες αλλοδαπές ξανθές υπάρξεις, προσπαθούν να κουβεντιάσουν, αγγίζοντας το στόμα στο αφτί του άλλου. Οι φωνές στα γκαρσόνια συνήθως καθίστανται μάταιες, παρά τα ηλεκτρονικά κουμπάκια για παραγγελίες, τα οποία επιχειρούν να σταματήσουν ακόμη και τη χαρά της επικοινωνίας μεταξύ πελάτη και γκαρσονιού. Οι κινήσεις των θαμώνων πάντα προσεκτικές, ώστε να μη λερωθούν τα ακριβά ρούχα, να μην ανατραπούν τα πανάκριβα παπούτσια των κυριών και να μην πέσουν και χαθούν τα ξεχωριστά χρυσαφικά, τα οποία συνοδεύουν μια «καθωσπρέπει» έξοδο.

«Έκαστος εφ ώ ετάχθη» με τους «πάνω» να ζηλεύουν την ανεμελιά των «κάτω» και τους «κάτω» να φαντάζονται την πολυτέλεια των «πάνω». Πρώτοι σε αυτή τη διελκυστίνδα είναι οι νέοι, οι οποίοι νομίζουν ότι είναι αθάνατοι. Αλλά όταν τα «χιόνια και η ξηρασία» κατοικοεδρεύσουν στις κεφαλές των ανθρώπων, τότε «φιλοσοφώντας μετ’ ευτελείας και άνευ μαλακίας» λένε ότι η χαρά βρίσκεται στην απλότητα και η απλότητα φέρνει τη χαρά. Βεβαίως κατά κανόνα, τα πάθη και τα χούγια κόβονται μόνο στον τάφο και έτσι η ζωή συνεχίζεται. Όπως τραγουδούσε και ο Γιάννης Καλατζής: «Άλλος παντρεύεται, άλλος μπερδεύεται, άλλος στολίζεται, άλλος γκρεμίζεται και η ζωή συνεχίζεται…».

Στο προσκήνιο έρχεται και πάλι ο κλασικός μύθος με τον ψαρά της Μυκόνου. Ένας Αμερικανός πολυεκατομμυριούχος, παππούς στην ηλικία, έπιασε κουβέντα ένα ηλιοκαμένο νέο, ο οποίος ψάρευε με το καλάμι του. «Έλα να σου μάθω την τέχνη του εμπορίου και σε λίγα χρόνια θα γίνεις και εσύ εκατομμυριούχος. Να πουλήσεις το χωραφάκι σου και να αγοράσεις μια βάρκα. Θα ψαρεύεις και θα πουλάς τα ψάρια. Θα φτιάξεις μια εταιρία, θα εκδόσεις μετοχές, θα αγοράσεις μεγάλα αλιευτικά σκάφη και αργότερα πολλά πλοία. Χρόνο με τον χρόνο, θα ανεβαίνουν τα κέρδη και οι μετοχές και θα γίνεις εκατομμυριούχος. Μια καλή μέρα, όταν θα κουραστείς, θα πουλήσεις την εταιρία, θα αγοράσεις ένα σπίτι δίπλα στην παραλία και θα απολαμβάνεις τη θάλασσα…». Απορημένος ο έξυπνος νέος απάντησε στον παππού: «Αφού απολαμβάνω από τώρα τον ήλιο και τη θάλασσα, αφού βγάζω με το καλάμι μου όλο το φαγητό μου, αφού έχω στην αγκαλιά μου ό,τι επιθυμήσω, γιατί θα πρέπει θα κάνω όλα αυτά…». Ο παππούς δεν είχε τι να απαντήσει, σιώπησε και άλλαξε κουβέντα, ζηλεύοντας κατά βάθος τη σοφία του νέου.

«Όλα αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν» και όπως θα έλεγε και ο μέγιστος Νίκος Καζαντζάκης: «Μια αστραπή η ζωής μας… μα προλαβαίνουμε». Αλλά και η μοναδική Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, «Όλα είναι ένα ψέμα... Δυο πόρτες έχει η ζωή, άνοιξα μια και μπήκα, σεργιάνισα ένα πρωινό, κι ώσπου να ’ρθει το δειλινό, από την άλλη βγήκα...» Μοναδικά και τα λόγια του Θανάση Βέγγου: «Έπρεπε να γεράσω, αγόρι μου, για να μάθω τι είναι ευτυχία. Τελικά ευτυχία είναι ένα ζευγάρι χέρια, δύο χέρια… Αυτά που θα σε αγκαλιάσουν, θα σε κρατήσουν, θα σε κοιμίσουν, θα σε περιποιηθούν, θα σου μαγειρέψουν, θα σε χαϊδέψουν και στο τέλος θα σου κλείσουν τα μάτια. Τα πολλά χέρια απλά σε κατσιάζουν… Χάσιμο χρόνου. Θα το δεις κι εσύ όσο μεγαλώνεις…» Αλλά τελικά αν δεν πάθει το πλάσμα, δεν μαθαίνει και η ζωή συνεχίζεται…

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Καπαρή

Παναγιώτης Καπαρής: Τελευταία Ενημέρωση