ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Η διάκριση των εξουσιών και η ανάγκη Συνταγματικής Μεταρρύθμισης

Του δρος ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ

Είναι σαφές ότι για την εύρυθμη λειτουργία μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας απαιτείται, μεταξύ άλλων, σαφής διάκριση των τριών βασικών εξουσιών (εκτελεστικής, δικαστικής, νομοθετικής). Ο λόγος είναι πρόδηλος: σε μια ευνομούμενη Πολιτεία κανείς δεν πρέπει να συγκεντρώνει υπερβολική εξουσία στα χέρια του και, συνεπώς, κανείς δεν πρέπει να είναι υπεράνω του νόμου –ούτε καν οι λειτουργοί του νόμου, οι νομοθέτες ή οι ασκούντες την εκτελεστική εξουσία. Σε διαφορετική περίπτωση, δεδομένων και των εν μέρει εγωιστικών προδιαθέσεων της ανθρώπινης ψυχολογίας, υπάρχει ο σοβαρός κίνδυνος να δημιουργηθεί μια παραπαίουσα δυσλειτουργική δημοκρατία, ή ακόμα χειρότερα, μια σταδιακά εκφυλιζόμενη προς τον αυταρχισμό δημοκρατία (π.χ. η Τουρκία του Ερντογάν ή η Ρωσία του Πούτιν).

Η διάκριση των εξουσιών αποτρέπει ακριβώς τη συγκέντρωση υπερβολικής εξουσίας στα χέρια κάποιου, ή κάποιων, καθώς θέτει ασφαλιστικές δικλίδες που επιτρέπουν την ισορροπία εξουσίας (checks and balances) διαμέσου του περιορισμού της συγκέντρωσης εξουσιών και του αλληλοέλεγχου των εξουσιών. Η ισοπολιτεία και ισονομία (δηλαδή η ισότητα στην Πολιτεία και η ισότητα ενώπιον του νόμου) συμβάλλει επίσης στον περιορισμό της δυνατότητας κατάχρησης εξουσίας ενώ ενισχύει τη λογοδοσία, την υπευθυνότητα και τον υπερκομματικό, συνταγματικό πατριωτισμό.

Στο Κυπριακό συγκείμενο είναι νομίζω προφανές ότι χρειάζεται κάποια συνταγματική μεταρρύθμιση, διότι η αρχή της διάκρισης των εξουσιών δεν απολαύει του σεβασμού που θα έπρεπε. Αν και δεν έχω διαβάσει το δοτό κυπριακό σύνταγμα του 1960, είναι σαφές εκ του αποτελέσματος άσκησης του συντάγματος ότι χρήζει μεταρρυθμιστικών αλλαγών. Είναι ένα σύνταγμα που ξεκάθαρα δίνει υπερεξουσίες στον εκάστοτε πρόεδρο, κάτι που ενίσχυσε και σε επίπεδο πολιτικής κουλτούρας η προσωποπαγής παντοκρατορία Μακαρίου (1960-1977), καθώς και οι μετέπειτα εν πολλοίς μεταμακαριακές, ημετεροκρατούμενες κυβερνήσεις. Το κυπριακό κράτος από της ιδρύσεώς του μέχρι και σήμερα λειτουργούσε είτε ως προσωποπαγές και συγκεντρωτικό σύστημα άσκησης εξουσίας, κάτι που αποξένωσε μέρος των πολιτών ήδη πριν από το 1974, είτε ως φορέας του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος/κομμάτων/ημετέρων, κάτι που έριχνε αλάτι στις μετεμφυλιακές χαίνουσες πληγές μετά την καταστροφή του 1974.

Βασική συνιστώσα του κυπριακού συντάγματος είναι ότι ο πρόεδρος έχει αυξημένες εξουσίες, ίσως εν μέρει διότι το σύστημα είναι προεδρική δημοκρατία, ίσως εν μέρει διότι θεωρείτο κατά την σύλληψη του συντάγματος ότι ο Τουρκοκύπριος αντιπρόεδρος με το δικαίωμα αρνησικυρίας θα εξισορροπούσε τις υπερεξουσίες του Ελληνοκύπριου προέδρου. Βέβαια, ακόμη και αν αυτό ισχύει, με την τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-4 και την απόσυρση των Τουρκοκυπρίων από τις δομές εξουσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, τέτοια δυνατότητα εξισορρόπησης δεν υπάρχει εκ των πραγμάτων.

Εν προκειμένω, μια κραυγαλέα υπερεξουσία του εκάστοτε προέδρου είναι η δυνατότητα να διορίζει, χωρίς περιορισμούς, κάποιοι θα πρόσθεταν κατά το κομματικό και ημετεροκρατικό δοκούν, ανεξάρτητους αξιωματούχους που επανδρώνουν ελεγκτικούς μηχανισμούς (γενική εισαγγελία, γενικός ελεγκτής, γενικός λογιστής, επίτροπους, επιτροπή δημόσιας υπηρεσίας κ.λπ.). Δεδομένου ότι στην Κύπρο δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί μια εύρωστη πολιτική κουλτούρα προώθησης της ανεξάρτητης γραφειοκρατικής ικανότητας για το καλό της Πολιτείας (και των πολιτών, ανεξαρτήτως διακρίσεων), ούτε μια κουλτούρα σεβασμού από την εκτελεστική εξουσία των ανεξάρτητων ελεγκτικών μηχανισμών, κατανοεί κανείς ότι περιορίζεται η ικανότητα των ανεξάρτητων ελεγκτικών μηχανισμών να είναι πραγματικά ανεξάρτητοι και να ασκούν, εξισορροπιστικά, αμερόληπτο αλληλοέλεγχο.

Προς επίρρωσιν, ας δώσουμε δύο πρόσφατα παραδείγματα. Ο προηγούμενος πρόεδρος διόρισε στην ανώτατη ιεραρχία της Νομικής Υπηρεσίας δύο πρώην μέλη του δικού του Υπουργικού Συμβουλίου (!). Είναι ευκόλως νοητό ότι σε μια τέτοια περίπτωση η Νομική Υπηρεσία ενδεχομένως να μην ήταν πλήρως ανεξάρτητη και αμερόληπτη στον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας. Ακόμη και να ήταν όμως, το σημαντικότερο είναι ότι η γυναίκα του καίσαρα δεν πρέπει μόνο να είναι αλλά και να φαίνεται τίμια. Δηλαδή δεν θα έπρεπε θεσμικά ο πρόεδρος να έχει αυτό το δικαίωμα, αφού αυτό ενδεχομένως καθιστά τη νομική εξουσία δέσμια της εκτελεστικής και προκαλεί καχυποψία στους πολίτες, κάτι που πλήττει την εμπιστοσύνη στο κράτος δικαίου.

Ένα δεύτερο πρόσφατο παράδειγμα είναι οι αδιαφανείς διορισμοί σε Προεδρικό και σε υπουργεία (συμβούλων κ.ά.) ανθρώπων που είτε δεν πληρούν τα ελάχιστα κριτήρια που θέτει ο κοινός νους (δηλαδή πτυχίο, ευδόκιμη επαγγελματική σταδιοδρομία, κ.λπ.), είτε ανθρώπων από το στενό φιλικό και οικογενειακό περιβάλλον του προέδρου. Είναι στατιστικώς ομιλούντες μάλλον απίθανο οι ικανότεροι να στελεχώσουν αυτές τις θέσεις να συνέπιπτε να ήταν από το στενό φιλικό και οικογενειακό περιβάλλον του προέδρου.

Η θέσπιση από την νυν κυβέρνηση, συμβουλευτικού γνωμοδοτικού συμβουλίου, στελεχωμένου από ανθρώπους εγνωσμένου κύρους και ακαδημαϊκών προσόντων, είναι σίγουρα ένα μέτρο περιορισμού της συχνά ασύδοτης και προσωποκεντρικής εξουσίας του εκάστοτε προέδρου, περιστοιχισμένου από τους εκάστοτε κομματικούς εντολολήπτες, κουμπάρους και αυλοκόλακες. Συμβάλλει στην διαφάνεια της διαδικασίας, τη συνεργιστική αποκέντρωση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων διορισμού και την αναγνώριση του στόχου προώθησης της γραφειοκρατικής ικανότητας για το καλό της Πολιτείας. Ένα τέτοιο διαφανές πλαίσιο λειτουργίας πρέπει να ενισχυθεί και να κατοχυρωθεί θεσμικά έτσι ώστε με αμεροληψία, χωρίς να αποψιλώνεται η εκτελεστική ισχύς του πρόεδρου, να προάγεται ο στόχος της προώθησης των ικανότερων στους ελεγκτικούς μηχανισμούς και τα κέντρα λήψεως αποφάσεων. Μόνο με τέτοιες μεταρρυθμίσεις μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα πιο δίκαιο, λειτουργικό και αξιοκρατικό κράτος.

Ο δρ Χρίστος Κυριάκου είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση