ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ο νομοθέτης που αυτοκτονεί

Του Παναγιώτη Χριστιά

Του Παναγιώτη Χριστιά

Ο μεγάλος Γάλλος ποιητής Στεφάν Μαλαρμέ (1842-1898), γνωστός για το συμβολικό και ερμητικό του ύφος, ο οποίος έδωσε έμφαση στη μουσικότητα του λόγου και την αισθητική της ποίησης, είχε πει ότι υπεύθυνο όργανο για την ερμηνεία των νόμων δεν είναι το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά η Ακαδημία. Αν οι νόμοι της Γαλλικής Δημοκρατίας είναι γραμμένοι με λέξεις, τότε αρμόδιο όργανο της Δημοκρατίας για την ερμηνεία των λέξεων είναι εκείνο που είναι επιφορτισμένο με τη συγγραφή του λεξικού της γαλλικής γλώσσας, δηλαδή η Ακαδημία. Στο σχόλιό του αυτό, ο ποιητής δίνει έμφαση στα όρια της νομοθετικής εξουσίας. Αυτό που λέει στην ουσία είναι ότι, για να επιτελέσει ορθά και έλλογα το έργο της, η νομοθετική εξουσία οφείλει να διαβουλεύεται με το σύνολο των θεσμικών οργάνων της Δημοκρατίας και των δημοσίων θεσμών, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι κάποιος που διατυπώνει νόμους ανατρέχει συστηματικά στο λεξικό. Από τις τρεις εξουσίες που διαχώρισε ο Montesquieu, η νομοθετική είναι η πιο ισχυρή. Η κυβέρνηση και η εκτελεστική εξουσία δεν μπορούν να κυβερνήσουν, αγνοώντας τους νόμους και η δικαστική εξουσία καλείται να εφαρμόσει τους νόμους που ψηφίζει το νομοθετικό σώμα. Επομένως οι δυο εξουσίες ελέγχονται από την πρώτη, η οποία, όταν λειτουργεί ορθά, εξασφαλίζει τη σταθερότητα του πολιτεύματος και την ακεραιότητα της Δημοκρατίας. Τι γίνεται όμως σε περίπτωση που η άσκηση της νομοθετικής εξουσίας παραβιάζει τις αρχές της; Είναι άραγε αρμόδιο το κοινοβούλιο να κρίνει υποθέσεις παραβίασης των νόμων και να επιβάλει ποινές ή οιονεί ποινές, όπως η απειλή κυρώσεων σε πρόσωπα ή θεσμούς εάν δε συμμορφωθούν με τη δική του θέση;

Στο κράτος δικαίου, δίωξη, κρίση και ποινή για παράνομες ή έκνομες δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα ακολουθώντας πολύ συγκεκριμένες και καταγεγραμμένες έγκυρες συνταγματικά διαδικασίες. Η δίωξη είναι αποκλειστική υπόθεση της εισαγγελικής αρχής, εκτός εάν στο πλαίσιο του νόμου κάποιο άλλο ad hoc όργανο έχει αναλάβει οιονεί εισαγγελικό ρόλο. Η κρίση και η ποινή είναι αποκλειστικές υποθέσεις της δικαστικής αρχής εκτός εάν στο πλαίσιο του νόμου κάποιο άλλο ad hoc όργανο έχει αναλάβει οιονεί δικαστικό ρόλο. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που το κοινοβουλευτικό σώμα ή μέρος του σώματος αυτού στο νομοθετικό του έργο ασκεί λάθρα εκτελεστική ή δικαστική εξουσία; Αυτό συμβαίνει όταν, για παράδειγμα, η νομοθετική εξουσία, μέσω του νομοθετικού της έργου, καταθέτει και ψηφίζει ή απειλεί να καταθέσει και να ψηφίσει δυσμενείς νόμους, με σκοπό να δυσχεράνει το έργο και να διαταράξει την εύρυθμη λειτουργία νομοθετημένων δημόσιων θεσμών ή να πλήξει τα συμφέροντα ομάδων πολιτών. Αυτό βέβαια γίνεται ειδεχθέστερο όταν, με σκοπό να τιμωρήσει ή να παύσει την παρανομία συγκεκριμένων ατόμων που υπηρετούν τους θεσμούς αυτούς, το κοινοβούλιο ή κάποια κοινοβουλευτική επιτροπή απειλεί να υποβιβάσει θεσμικά και να αναστείλει de facto τη λειτουργία του συνόλου του θεσμού, με απρόβλεπτες και καταστρεπτικές συνέπειες για όλους τους stake-holders, όχι μόνο για εκείνους που παρανομούν.

Σε αυτή την περίπτωση το κράτος δικαίου υποβιβάζεται σε αστυνομικό κράτος και η φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία σε κοινοβουλευτική δικτατορία. To αστυνομικό κράτος είναι εκείνο στο οποίο ο κάθε αξιωματούχος του έχει δικαίωμα να διώξει και τιμωρήσει αυτόν που κρίνει ένοχο για παράνομη ενέργεια. Δηλαδή, ο κάθε κρατικός αξιωματούχος, χωρίς παρέμβαση εισαγγελικής και δικαστικής αρχής, έχει δικαίωμα να διατάξει την αστυνομία να συλλάβει και να φυλακίσει οποιονδήποτε πολίτη ή να δώσει εντολή στο λογιστήριο του κράτους να διακόψει τη μισθοδοσία του, εάν είναι λειτουργός του δημοσίου ή δημόσιος υπάλληλος. Η δίωξη αυτή έχει κυρίως εκφοβιστικό χαρακτήρα και σκοπό. Ζητάει να καθυποτάξει πρώτα τους θεσμούς του κράτους, κυρίως τους αυτόνομους και τους ανεξάρτητους, και ύστερα τους θεσμούς της κοινωνίας των πολιτών και τους ίδιους τους πολίτες. Με άλλα λόγια, μια κοινοβουλευτική επιτροπή, η οποία ασκεί οιονεί δικαστική εξουσία μέσω απειλών κυρώσεων σε άτομα και θεσμούς εάν δε συμμορφωθούν με την κείμενη νομοθεσία, παρανομεί. Παρανομεί ακόμη και εάν η κρίση της είναι ορθή, ακόμη δηλαδή και εάν τα άτομα τα οποία απειλεί έχουν όντως παρανομήσει ή παρανομούν. Παρανομεί γιατί απειλεί να χρησιμοποιήσει τη νομοθετική εξουσία για να σφετεριστεί τη δικαστική. Η δεύτερη αυτή παρανομία είναι θεσμική απειλή, κατά πολύ μεγαλύτερη από εκείνη όσων, εντός των δημόσιων θεσμών, δεν συμμορφώνονται με όλες τις διατάξεις του νόμου. Ακόμη πιο απειλητική για τη δημοκρατία είναι η νοοτροπία των νομοθετών εκείνων που στη μέθη τους από την άσκηση της νομοθετικής εξουσίας νομίζουν ότι ο νομοθέτης είναι υπεράνω του νόμου. Συμπεριφέρονται δηλαδή όπως ο λαός στο χωρίο εκείνο του Θουκυδίδη, όπου κάποιοι βροντοφώναζαν «κανείς δεν είναι πάνω από τον λαό, ούτε καν ο νόμος».

Ο φιλελευθερισμός, για τον οποίο ο Μισέλ Φουκώ έλεγε ότι είναι το μόνο πολίτευμα με κριτική ικανότητα, δεν αρκείται στον αυτοέλεγχο και αυτοπεριορισμό των φιλελεύθερων κρατικών εξουσιών μόνο σε ό,τι αφορά τις δημόσιες δαπάνες και τις κοινωνικές πολιτικές. Φιλελευθερισμός είναι ο αυτοέλεγχος και αυτοπεριορισμός της κρατικής εξουσίας, όποια και αν είναι η υφή και η σύνθεσή της, και αυτό σε όλη τη διάρκεια άσκησής της. Όταν η υπέρτατη εξουσία σε ένα φιλελεύθερο σύστημα, η νομοθετική, ξεπερνά με αλαζονεία τα όρια της εντολής που η ίδια έδωσε στον εαυτό της, τότε αυτοαναιρείται και αυτοακυρώνεται. Μέσω της υπεροψίας του, ο νομοθέτης αυτοκτονεί.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Παναγιώτης Χριστιάς: Τελευταία Ενημέρωση