ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Το πρόσωπο του άλλου

Του Παναγιώτη Χριστιά

Του Παναγιώτη Χριστιά

Οι όροι Ανατολικοεβραίοι και Δυτικοεβραίοι (Ostjuden και Westjuden ή Polacken και Jeckes) χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά γύρω στο 1900 από τον Βιεννέζο Εβραίο στοχαστή, συγγραφέα και δημοσιογράφο Nathan Birnbaum (1864-1937) με σκοπό να περιγράψουν δύο βασικά ρεύματα του ευρωπαϊκού εβραϊσμού. Η διάκριση αναφέρεται κυρίως στις κοινωνικοπολιτισμικές, θρησκευτικές και γλωσσικές διαφορές μεταξύ των Ασκενάζι, των Εβραίων του βορρά, στη Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη. Διαμορφωμένα από τις διαφορετικές συνθήκες διαβίωσης και τα ιδιαίτερα πολιτισμικά περιβάλλοντα σε Ανατολή και Δύση, τα ρεύματα αυτά προσκολλήθηκαν το ένα στην παράδοση και το άλλο στον Διαφωτισμό.

Στη Δύση έλαβε χώρα κυρίως η πολιτισμική αφομοίωση και αστικοποίηση των Εβραίων, η βαθμιαία προσαρμογή των γίντις, δηλαδή της γλώσσας τους, στην τυπική γερμανική γλώσσα. Αντίθετα, στην Ανατολή οι Εβραίοι γκετοποιήθηκαν, καλλιέργησαν την παράδοσή τους, τα ήθη και τα έθιμά τους, αυτά των χασιντίμ. Παράλληλα, διατήρησαν τα Γίντις, ιδίωμα που στην Ανατολή είχε αναπτυχθεί σε επαφή με σλαβικές γλώσσες και θεωρούνταν τυπικό για τον εβραϊσμό της Ανατολικής Ευρώπης. Κατά τη διάρκεια του κύματος μετανάστευσης των Εβραίων της Ανατολής προς τη Δύση τη δεκαετία του 1880 και των κοινωνικών συγκρούσεων και προβλημάτων που συνδέονταν με αυτή, οι υποστηρικτές του ανατολικοευρωπαϊκού εβραϊσμού υπερασπίζονταν την πολιτιστική ανεξαρτησία τους σε αντίθεση με την αφομοίωση των Εβραίων της Δύσης.

Τα στερεότυπα σχετικά με τους Ανατολικούς Εβραίους που αναπτύχθηκαν σε αυτή την ενδοεβραϊκή συζήτηση υιοθετήθηκαν στη συνέχεια από την αντισημιτική προπαγάνδα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη Γερμανία και της Πρώτης Δημοκρατίας στην Αυστρία, καθώς και από τον εθνικοσοσιαλισμό. Η ιδέα ότι στον ανατολικο-Εβραίο η «κατωτερότητα», η οποία χαρακτηρίζει την «εβραϊκή φυλή» ως τέτοια, εκδηλώνεται με μια ιδιαίτερα εμφανή και απροκάλυπτη μορφή, αποτέλεσε την αιχμή του δόρατος της χιτλερικής προπαγάνδας. Ανάλογη όμως της αυτοκατανόησης του Ανατολικού και του Δυτικού Εβραίου ήταν και η κατανόηση του άλλου, του κοντινού και μακρινού συνανθρώπου.

Γεννημένος στο Κάουνας της τότε Ρωσικής Αυτοκρατορίας, σημερινής Λιθουανίας, στα 1905, ο Γάλλος φιλόσοφος Emmanuel Levinas μεγάλωσε ανάμεσα στις δύο παραδόσεις. Από την παιδική του ηλικία έλαβε μια παραδοσιακή εβραϊκή εκπαίδευση, που εστίαζε κυρίως στη μελέτη της Εβραϊκής Βίβλου, της Τορά. Αργότερα, μυήθηκε στα μυστικά της ταλμουδικής ερμηνείας της Βίβλου και στο Ταλμούδ από τον μυστηριώδη και αινιγματικό «κύριο Shushani». Η φιλοσοφία του επικεντρώνεται στο ηθικό και μεταφυσικό ερώτημα του άλλου, που καταρχάς νοείται ως το ανολοκλήρωτο άπειρο, εν συνεχεία ως το πλατωνικό αγαθό, «επέκεινα της ουσίας», και, τέλος, ως μια καρτεσιανή ιδέα του απείρου, που η σκέψη αδυνατεί να συλλάβει. Υπήρξε ένας από τους πρώτους εισηγητές της σκέψης του Husserl, του Heidegger και της φαινομενολογικής παράδοσης στη Γαλλία, ενώ πρωτοπόρα υπήρξε ταυτόχρονα η ριζοσπαστική του ανάγνωση της αγάπης ως απόλυτης ευθύνης απέναντι στον άλλο. Για τον Emmanuel Levinas, το πρόσωπο του άλλου είναι η αδιάσπαστη ολότητά του, η οποία παραμένει ασύλληπτη και απροσπέλαστη για το πεπερασμένο εγώ μας. Σε αντίθεση με το δυτικότροπο πορτρέτο του ρασιοναλιστικού και εγωκεντρικού όντος, που έχει τιθασεύσει τα πάθη του μόνο και μόνο για να υπηρετήσει καλύτερα και ασφαλέστερα τα συμφέροντά του, το πρόσωπο του άλλου αποδεικνύεται επικίνδυνο για το Δυτικό υποκείμενο.

Αποτελεί απειλή στην αυτοκατανόηση και αυτοσυγκρότησή του ως ανεξάρτητου, ελεύθερου και κυρίαρχου. Ο άλλος είναι σαν τον Σωκράτη που μας ανακρίνει διαρκώς για την ευθύνη και την ορθότητα των πράξεών μας. Η σκέψη του Levinas δεν επιτρέπει τον απλοϊκό διαχωρισμό σε φίλους και εχθρούς, δεν αποδέχεται την επίρριψη κάθε ευθύνης στον άλλο. Αντίθετα, ο άλλος καθορίζει τη δική μας ευθύνη απέναντί του. Από αυτή την άποψη είμαστε, σύμφωνα πάντα με τον Γαλλο-Εβραίο φιλόσοφο, «όμηροι» του άλλου. Μετανάστες, θύματα των κρίσεων και των πολέμων, Ουκρανοί, Αφρικανοί, Σύριοι ή Αφγανοί, αλλά και θύτες, υπερεθνικιστές, ιμπεριαλιστές και υπέρμαχοι της θεοκρατίας, Ρώσοι, Τούρκοι, Κινέζοι, Ιρανοί, όλοι ανεξαιρέτως αποτελούν για τη Δύση το πρόσωπο του άλλου. Η Δύση πλέον όχι μόνο δεν αφομοιώνει τους άλλους πολιτισμούς και δεν αφομοιώνεται από τις άλλες παραδόσεις, αλλά αντίθετα απομονώνεται, γκετοποιείται, αρνούμενη την ευθύνη της απέναντι στον άλλο. Είναι όμηρος των θυμάτων και των θυτών που ζητούν την ενεργή εμπλοκή της, μακριά από παρωχημένες διακρίσεις σε φίλο και εχθρό, «πολιτισμένο» και «βάρβαρο», «προηγμένο» και «αναπτυσσόμενο».

Για όλους αυτούς τους λόγους η Δύση πρέπει να επικεντρωθεί στην κατανόηση του άλλου παρά το απειλητικό του πρόσωπο. Πρέπει να αποδεχθεί θεσμικά την άτυπη αλλά ουσιαστική ομηρία της. Γιατί ο άλλος δεν αποτελεί ετερότητα, αλλά το πιο μύχιο στοιχείο της ταυτότητάς της. Ο άλλος δεν έρχεται για να επαναπαυθεί στην ασφάλεια και την ευτυχία της θεσμικής μας οντότητας.

Έρχεται για να μας υπενθυμίσει με τόνο τόσο επιβλητικό όσο και απειλητικό ότι μόνο μέσα από την αποδοχή της ευθύνης μας απέναντί του θα μπορέσουμε να αντικρούσουμε τους εσωτερικούς μας κινδύνους. Αντί να ανάγουμε λοιπόν τον άλλο σε ένα σύνολο ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, πρέπει να συναισθανθούμε και να αποδεχθούμε το πραγματικό του πρόσωπο καθώς και την απειλή που αυτό κρύβει. Αντίθετα με τους Δυτικοεβραίους, αυτό ακριβώς πράττουν οι πιστοί και αφοσιωμένοι στην παράδοσή τους Χασιντίμ, όπως αποκαλούνται οι χασιδικοί Εβραίοι, όρος που προέρχεται από την εβραϊκή λέξη «chesed» και σημαίνει «αγάπη», «καλοσύνη».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Παναγιώτης Χριστιάς: Τελευταία Ενημέρωση